- υδραράχνη
- η, Νυδρόβια αράχνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)-* + αράχνη].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
υδραράχνη — η υδρόβια αράχνη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ακάρεα — (acari). Τάξη αραχνιδίων με κεφαλοθώρακα που δεν διαχωρίζεται από την κοιλιά και με στοματικό σύστημα που φέρει ρύγχος διαμορφωμένο ανάλογα με την τροφή τους. Τα α. που ζουν ελεύθερα τρέφονται με οργανικά υπολείμματα· τα α. που ζουν ως παράσιτα… … Dictionary of Greek
αργυρονήτης — Αράχνη βαθυπράσινη, μήκους 2 εκ. Ζει μέσα σε στάσιμα νερά, στις βόρειες και κεντρικές περιοχές της Ευρώπης. Για τον τρόπο της ζωής της λέγεται και υδραράχνη· μέσα σε ένα άδειο κοχύλι ή σε μια σχισμή του βυθού ή και στερεώνοντας το νήμα του πάνω… … Dictionary of Greek
ημιπτεροειδή ή ρυγχωτά — Υπέρταξη υδροβίων και χερσοβίων εντόμων. Τα η. έχουν διάφορες μορφές, μερικές φορές περίεργες, όπως σε μερικά εξωτικά είδη. Οι διαστάσεις τους ποικίλλουν από 12 εκ. –όπως του βελόστομου του μεγάλου της Κεντρικής Αμερικής– μέχρι 1 χιλιοστό ή και… … Dictionary of Greek